ΑιματολογίαΕπιδημιολογίαΙόςΚοινωνίαΛοιμώξεις

Διάρκεια ανοσίας στον COVID-19

Δεν υπάρχουν Σχόλια

Κοινοποίηση

Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έχουν μολυνθεί με SARS-CoV-2, τον ιό που προκαλεί το σύνδρομο COVID-19. Οι χώρες ξεκινούν επίσης μαζικές εκστρατείες εμβολιασμού για τον έλεγχο του ιού και την προστασία των πιο ευάλωτων πολιτών τους.  Ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα που παραμένουν είναι εάν ο εμβολιασμός ή τυχόν προηγηθείσα λοίμωξη με SARS-CoV-2 προσφέρει μακροχρόνια προστασία. Τα καλά νέα είναι ότι η ανοσολογία μας προσφέρει επιτέλους κάποιες ενδείξεις.

Για να κατανοήσουμε εάν είναι δυνατή η ανοσία- και γιατί αυτό ακόμα αμφισβητείται- είναι σημαντικό να δούμε λίγο τις ρίζες του SARS-CoV-2. Είναι ένας ιός βήτα-κορωναϊός, και αρκετοί τέτοιοι ιοί κυκλοφορούν ήδη ευρέως στον άνθρωπο – τους ξέρουμε ως αιτία του κοινού κρυολογήματος. Ωστόσο, η ανοσία σ’ αυτούς τους ιούς που προκαλούν το κρυολόγημα δεν διαρκεί.

Από την άλλη, μελέτες που εξετάζουν τους συγγενείς με τους βήτα-κορωναϊούς, ιούς που προκαλούν τις ασθένειες MERS και SARS προσφέρουν μια αχτίδα αισιοδοξίας. Ανοσία σε αυτούς του ιούς  έχει αποδειχθεί πιο παρατεταμένη. Θα μπορούσε κάτι τέτοιο να ισχύει και για τον SARS-CoV-2;

Στην αρχική φάση μιας λοίμωξης τα πρώτα από τα ανοσοποιητικά κύτταρα του σώματος καθοδηγούνται να επιτίθενται στις ουσίες που εισβάλλουν στον οργανισμό ώστε να ελέγξουν με αυτό τον τρόπο την εξάπλωση της λοίμωξης και να περιορίσουν όσο γίνεται την επερχόμενη ζημιά. Σε δεύτερο χρόνο, τα ανοσολογικά κύτταρα που συμμετέχουν -και είναι υπεύθυνα για ανοσία- είναι γνωστά ως λεμφοκύτταρα, συγκεκριμένα Β κύτταρα και Τ κύτταρα. Τα λεμφοκύτταρα χρειάζονται χρόνο για να μάθουν να εντοπίζουν την απειλή που αντιμετωπίζουν, αλλά από την στιγμή που εκπαιδευτούν, μπορούν να αναπτυχθούν γρήγορα για να αναζητήσουν και να καταστρέψουν τον ιό.

Τα Τ και Β κύτταρα μπορεί να συνεργάζονται για την καταπολέμηση της λοίμωξης, αλλά έχουν μεταξύ τους πολύ διαφορετικές λειτουργίες, που τους δίνει τη δυνατότητα να αντιμετωπίζουν μια τεράστια ποικιλία απειλών. Τα Β κύτταρα παράγουν αντισώματα που εξουδετερώνουν λοιμώξεις. Τα Τ κύτταρα χωρίζονται γενικά σε δύο τύπους – Τ βοηθητικά και Τ κυτταροτοξικά  κύτταρα. Τα κυτταροτοξικά Τ κύτταρα σκοτώνουν άμεσα ιούς και κύτταρα που έχουν μολύνει οι ιοί. Τα βοηθητικά κύτταρα Τ υποστηρίζουν τη λειτουργία των Β κυττάρων και των κυτταροτοξικών Τ κυττάρων.

Όλο και περισσότερες μελέτες συνεχίζουν να δείχνουν τον καθοριστικό ρόλο που παίζουν αυτά τα κύτταρα στην καταπολέμηση του COVID-19. Με την πάροδο της λοίμωξης, αυτά τα κύτταρα θα πρέπει στη συνέχεια να πεθάνουν προκειμένου να μην αποδειχθούν τοξικά για τον οργανισμό. Όχι όλα όμως. Σε μια πρώιμη έρευνα που δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην τελική της μορφή, λειτουργικά Τ κύτταρα ανιχνεύθηκαν ακόμη και έξι μήνες μετά τη λοίμωξη. Ακόμη και ασθενείς που νόσησαν πολύ ήπια έχουν ανιχνεύσιμα αντισώματα έξι έως εννέα μήνες μετά τη λοίμωξη. Ωστόσο, όπως είναι γνωστό ότι τα αντισώματα μειώνονται με την πάροδο του χρόνου, έτσι και αυτά τα αντισώματα κατά του SARS-CoV-2 θα μπορεί τελικά να εξαφανιστούν.

Κάπως έτσι εμφανίζεται η αισιοδοξία σχετικά με την προστασία από επαναλοίμωξη. Αλλά τι συμβαίνει εάν ή όταν και τα επίπεδα των χρήσιμων λεμφοκυττάρων πέσουν κι αυτά τελικά; Λοιπόν, το ανοσοποιητικό μας σύστημα έχει ένα άλλο τέχνασμα για να μας προστατεύσει μακροπρόθεσμα, ακόμα και μετά την μείωση των λεμφοκυττάρων και των επιπέδων των αντισωμάτων. Από τη στιγμή που τα λεμφοκύτταρα έχουν εκπαιδευτεί για να αντιμετωπίσουν έναν ιό, μια ομάδα κυττάρων το θυμάται, και ο οργανισμός διατηρεί δεξαμενές τέτοιων κυττάρων για διάφορους ιούς για πάντα. Αυτά τα κελιά ”μνήμης” μπορούν στη συνέχεια να πολλαπλασιαστούν γρήγορα σε περίπτωση που η ίδια  απειλή αντιμετωπιστεί ξανά .

Τα κύτταρα μνήμης είναι απίστευτα ισχυρά εργαλεία για το ανοσοποιητικό μας σύστημα, και επιπλέον τα χαρακτηρίζει μακροζωϊα, με μελέτες να δείχνουν ότι τα κύτταρα μνήμης Β για την ευλογιά παραμένουν τουλάχιστον 60 χρόνια μετά τον εμβολιασμό, και για την περίφημη ισπανική γρίπη τουλάχιστον 90 χρόνια μετά την πανδημία του 1918. Προκειμένου να κατανοήσουμε εάν είναι δυνατή η μακροχρόνια ανοσία στο SARS-CoV-2, είναι επομένως κρίσιμο να ληφθούν υπόψη όλοι οι τύποι κυττάρων μνήμης – B, T βοηθητικά και κυτταροτοξικά Τ κύτταρα μνήμης.

Ευτυχώς, τα κύτταρα μνήμης μπορούν να αναγνωριστούν και ταυτοποιηθούν από συγκεκριμένες δομές και πρωτεΐνες που εκφράζουν στην επιφάνειές τους. Τώρα πλέον που το COVID-19 είναι μαζί μας εδώ και ένα χρόνο, οι ερευνητές είναι σε θέση να κάνουν μεγάλα άλματα στην κατανόηση των μηχανισμών απάντησης των κυττάρων μνήμης στον COVID-19.  Μελέτες έχουν επίσης διερευνήσει εάν προηγηθείσα έκθεση στον ιό παρέχει προστασία, με έρευνα να δείχνει ότι στο δεύτερο κύμα του Ηνωμένου Βασιλείου, οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας που είχαν εκτεθεί στον ιό κατά το πρώτο κύμα, είτε προστατεύτηκαν πλήρως από την επανεμφάνιση είτε ήταν ασυμπτωματικοί στην επαναλοίμωξη,

Έχουμε ακόμη πολλά να μάθουμε για την ανοσολογία του COVID-19, αλλά ο ρυθμός που εξελίσσεται η έρευνα είναι πρωτόγνωρος, και όσο περισσότερο μαθαίνουμε, τόσο περισσότερο μπορούμε να έχουμε το πάνω χέρι στο να νικήσουμε αυτόν τον ιό. Το ανοσοποιητικό μας σύστημα είναι απίστευτα ισχυρό, και εάν αποδειχθεί ότι μας παρέχει και διάρκεια, τότε έχουμε κάθε λόγο να αισιοδοξούμε.

Γεώργιος Ζ. Ιωαννίδης - Αιματολόγος - Λάρισα

ΑΣΚΛΗΠΙΟΥ & ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ 25Α’
ΛΑΡΙΣΑ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Fill out this field
Fill out this field
Δώστε μια έγκυρη ηλ. διεύθυνση.
You need to agree with the terms to proceed

Επόμενο άρθρο
Κάνει να εμβολιαστώ;
Προηγούμενο άρθρο
Το Ελληνικό φαινόμενο
Call Now Button